Ανοιχτή επιστολή για την καταπολέμηση της οπαδικής βίας

Ανοιχτή επιστολή,

Προς τον Υφυπουργό Αθλητισμού κ. Γιάννη Βρούτση,

Προς τον Γενικό Γραμματέα Αθλητισμού κ. Γεώργιο Μαυρωτά,

Προς τoν πρόεδρο της Διαρκούς Επιτροπής Καταπολέμησης της βίας κ. Αχιλλέα Τσιχτή , deab@gga.gov.gr

 Του Κωνσταντίνου Κουκουρή του Γεωργίου, Ph.D, εκπαιδευτικού, πρώην μέλους ΔΕΠ στο ΤΕΦΑΑ του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου, κατοίκου Βρετανίας, 24, Bron Haul, Llandegfan, Ynys Mon, Cymru / Wales, UK, LL59 5YF,

 Θέμα: ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΩΝ ΕΡΕΥΝΗΤΩΝ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟ ΤΗΣ ΒΙΑΣ ΣΤΟΝ ΑΘΛΗΤΙΣΜΟ

Αξιότιμε κ. Υφυπουργέ,

Αξιότιμε κ. ΓΓΑ,

Αιξότιμε κ. πρόεδρε της ΔΕΑΒ,

Όπως είναι γνωστό το φαινόμενο της βίας στον αθλητισμό αποτελεί οξύτατο κοινωνικό πρόβλημα για πάρα πολλές χώρες, όχι μόνο στην Ελλάδα. Οι φοβερές υλικές καταστροφές και οι τραυματισμοί ή ακόμη και θάνατοι οπαδών γίνονται πολλές φορές κυρίαρχο θέμα στον Ελληνικό και  διεθνή τύπο. Πρόσφατα η Ελληνική κυβέρνηση πήρε μέτρα για την καταπολέμηση της αθλητικής βίας.  Σε όλες τις χώρες, ανεξάρτητα από το βαθμό ανάπτυξης τους, και το πολιτικό τους καθεστώς, παρουσιάζονται σοβαρές πράξεις βίας κατά την διάρκεια αθλητικών συναντήσεων που έχουν πάρει διαστάσεις μεγάλου κοινωνικού προβλήματος. Παρά πολλές φορές η βία μέσα και έξω από τα γήπεδα αποτελεί το κυρίαρχο θέμα στα ΜΜΕ διότι εκτός των υλικών καταστροφών έχουμε ακόμη και απώλεια ανθρώπων (όπως πρόσφατα με τον άδικο και παράλογο χαμό του Άλκη Καμπανού, του Μιχαλη Κατσουρή που συγκλόνισε όλη την Ελλάδα και τον βαρύτατο τραυματισμό αστυνομικού). (Τα περισσότερα περιστατικά στην Ελλάδα συμβαίνουν βέβαια στο χώρο του ποδοσφαίρου αλλά και της καλαθοσφαίρισης, πετοσφαίρισης κ.α.). Έχουμε δεί τα πιο απίθανα «πράγματα» στα Ελληνικά γήπεδα και δεν χρειάζεται να τα επαναλάβω λεπτομερώς. Στις 22.2.2022 ενημερωθήκαμε από τον αξιότιμο Υπουργό εσωτερικών κ. Θεοδωρικάκο ότι όσον αφορά την ομαδική βία και τον χουλιγκανισμό «η κυβέρνηση, η Πολιτεία, ανταποκρίνεται στην απόλυτη λαϊκή απαίτηση να μπει ένα τέλος», λέγοντας χαρακτηριστικά «σύνδεσμοι χούλιγκαν, τέλος» (Καθημερινή 20.2.2022).  Σε έγκυρα site διαβάζουμε ότι «ήρθε η ώρα να σκοτώσουμε όλοι μαζί ως πολιτεία και ως πολίτες, τη λερναία ύδρα του χουλιγανισμού, να ενώσουμε όλοι μαζί τις δυνάμεις μας (https//:dimosio.gr)  Διαβάσαμε εφημερίδες με πηχαίους τίτλους όπως π.χ. «γροθιά στη βία με χειροπιαστά μέτρα» (Τύπος Θεσσαλονίκης, 22.2.2022), κλπ. Η λίστα των δημοσιευμάτων είναι ατελείωτη. Ακούσαμε τον αξιότιμο αντιπρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την προώθηση του Ευρωπαϊκου τρόπου ζωής κ. Μαργαρίτη Σχοινά στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να λέει «είναι χρέος όλων μας να συμπράξουμε για να πετάξουμε τη βία έξω από τα γήπεδα μια για πάντα έξω από τον αθλητισμό. Πρέπει ως Ευρώπη να λύσουμε το πρόβλημα τώρα. Προσωπικά δεν θα σταματήσω ποτέ τις προσπάθειες μου για να σπάσουμε μια και καλή την αλυσίδα της βίας και του χουλιγκανισμού. Να βγάλουμε αυτά τα φαινόμενα έξω από την κοινωνία». Είναι πολύ θετικό ότι η Ελληνική Πολιτεία έσπευσε να αντιμετωπίσει το πρόβλημα με πυγμή. Αυτό που μας ξενίζει εδώ δεν είναι τα μέτρα που θα παρθούν -που σε γενικές γραμμές κινούνται σε θετική κατεύθυνση- αλλά η απόλυτη βεβαιότητα ότι θα αποδώσουν τα μέγιστα. Αυτό που μας εντυπωσιάζει είναι τα μεγάλα λόγια που λέγονται με χαρακτηριστική ευκολία.

Έχουν γραφθεί και ειπωθεί χιλιάδες προτάσεις από πολλούς με διάφορες σκοπιμότητες. Οι προτάσεις όμως των κοινωνιολόγων επιστημόνων ερευνητών καθώς και των πτυχιούχων Φυσικής Αγωγής με μεταπτυχιακές σπουδές στις κοινωνικές επιστήμες δεν έχουν ακουσθεί στον βαθμό που θα έπρεπε. Θέλοντας λοιπόν να συμβάλλω σε έναν γόνιμο προβληματισμό και να βοηθήσω στον βαθμό που μπορώ στη λήψη αποφάσεων, χωρίς πολιτικές σκοπιμότητες και χωρίς φιλοδοξίες, καταθέτω τις προτάσεις των κοινωνιολόγων επιστημόνων ερευνητών για το θέμα. Βεβαίως το βασικό ερώτημα είναι όλα αυτά τα αποτρεπτικά μέτρα, οι ποινές, οι φυλακίσεις,  τα διατάγματα κλπ. έχουν ουσιαστικό και μόνιμο αποτέλεσμα; Θα συνετισθούν οι χούλιγκανς από τις ποινές; Η πολιτεία μπορεί άραγε να λύσει τον «γόρδιο δεσμό» της βίας στον αθλητισμό, να αγγίξει τη ρίζα του κακού; Δύσκολες ερωτήσεις, δύσκολες και οι απαντήσεις.

Πρέπει να ληφθεί υπόψη η μεγάλη πτώση προσέλευσης των φιλάθλων από 70 εκατομμύρια το 1949-50 στα 20 εκατ. στο τέλος της δεκαετίας του 1980 (Greenfield & Osborn, 1998). Παρόλα αυτά όπως είναι γνωστό υπάρχει μια δραματική αύξηση της βίας έξω από τα στάδια. O αριθμός των βίαιων περιστατικών χουλιγκανισμού έχει πολλαπλασιασθεί παγκοσμίως π.χ. έχει εξαπλασιασθεί μεταξύ της περιόδου 1970-75 και 1980-87 στην Ολλανδία (van der Brug, 1994). Μερικές φορές στο κέντρο των Ελληνικών και ξένων πόλεων δημιουργείται κόλαση από τους οπαδούς, τα καταστήματα λαφυραγωγούνται, οι αμέριμνοι περαστικοί ληστεύονται, τα τραίνα τα λεωφορεία και τα τραμ καταστρέφονται. Τι προτείνουν οι μελετητές; Οι προτάσεις αφορούν τρείς κατευθύνσεις τις φυσικές αλλαγές, τη νομοθεσία και τις στρατηγικές εφαρμογής του νόμου.

Φυσικές αλλαγές

1) Οι McPherson, Curtis and Loy (1989) προτείνουν την τοποθέτηση περιφράξεων γύρω από τον αγωνιστικό χώρο, την ύπαρξη θόλων για την προστασία των παικτών από τα μπάζα και διάφορα αντικείμενα που ρίχνουν οι θεατές όταν οι παίκτες εισέρχονται και εξέρχονται του γηπέδου, οδοφράγματα στους δρόμους για να περιορισθεί το πλήθος σε μια περιοχή, απαγόρευση όρθιων θεατών κ.α. Η παρεμπόδιση του χουλιγκανισμού μέσω της τεχνολογίας όπως ατσάλινοι φράχτες, η σωματική έρευνα οπαδών στις θύρες εισόδου, η επιβολή μέτρων ασφαλείας στα γήπεδα κ.α. δεν φαίνεται να μείωσαν τα περιστατικά χουλιγκανισμού μακροπρόθεσμα (Van der Brug, 1994). Οι αθλητικές εγκαταστάσεις που είναι ευρύχωρες με όλες τις ανέσεις πιθανόν να λειτουργούν αποτρεπτικά. Η απαγόρευση μετακίνησης των φιλάθλων εκτός έδρας στην Ελλάδα δεν διήρκεσε πολύ. Εκπρόσωπος του Υπουργείου Δημόσιας τάξης είχε δηλώσει στο παρελθόν ότι η εφαρμογή του μέτρου επαφίεται  στην καλή θέληση των ΠΑΕ. Οπότε δεν υπήρξε επιβολή της υπουργικής απόφασης αλλά ευχή[1]. Το νομικό πλαίσιο δεν είναι απολύτως σαφές με αποτέλεσμα να δημιουργούνται εντάσεις αλλά και οργανωμένες μετακινήσεις υπο τον μανδύα των οργανωμένων[2]                                                                                       2) Να καθιερωθούν κίνητρα για την βελτίωση της ακεραιότητας των παικτών π.χ. απονομή επάθλων σε όσους παίκτες δεν τιμωρήθηκαν με κίτρινη η κόκκινη κάρτα (Κουράκης, 1988).

3) Θα πρέπει να τεθούν ελάχιστα αποδεκτά όρια της ικανότητας των διαιτητών να διευθύνουν ένα αγώνα π.χ. τέστ ευφυΐας, τεστ ικανότητας συγκέντρωσης. Οι αμοιβές των διαιτητών θα πρέπει να αυξηθούν και να καθιερωθούν τεκμήρια εισοδήματος για να αποφεύγονται οι δωροδοκίες (Κουράκης, 1988 αναφερόμενος στην πρόταση του συνεργάτου του Σταλίκα).

4) Να καθιερωθούν Κέντρα Ελευθέρων Συναντήσεων στα οποία θα συχνάζουν οργανωμένοι οπαδοί αλλά και ποδοσφαιριστές, διαιτητές, δημοσιογράφοι, κοινωνιολόγοι κ.α.  Σ’ αυτά τα κέντρα τα θέματα ειδικού ενδιαφέροντος των οργανωμένων οπαδών θα συζητιούνται προς εξεύρεση λύσεων, θα γίνονται βιντεοπροβολές, ομιλίες κ.α. (Κουράκης, 1988)

5) Παρόμοια είναι και η πρόταση να δημιουργηθεί ένα Κέντρο Αρχειοθέτησης, (μια Κεντρική Βιβλιοθήκη όπου θα συγκεντρωθούν όλα τα  βιβλία, εκθέσεις, άρθρα για το θέμα του χουλιγκανισμού, καθώς και video, χρονογραφικό υλικό από τις εκδηλώσεις των οπαδών στα γήπεδα, αντικείμενα λατρείας κ.α. με στόχο να γίνει στέκι παρακολούθησης του φαινομένου καθώς και χώρος συνάντησης των οπαδών που επιθυμούν να αντιπαρατεθούν στον ρατσισμό. Αυτό το Κέντρο θα μπορούσε να αποτελέσει καταλύτη συνεργασίας και εξελίξεων στον χώρο (Podaliri & Balesti, 1998).

Νομοθεσία

1) Η δημιουργία Ενώσεων νέων οπαδών τα μέλη των οποίων έχουν κάρτα μέλους (McPherson, Curtis and Loy, 1989) και πρόσβαση στις εγκαταστάσεις του σωματείου δε φαίνεται να έχει απτά αποτελέσματα. Αυτό το πρόγραμμα είχε σαν στόχο να αρθεί η αποξένωση των οπαδών από το σωματείο και βασίζονταν στις ιδέες του Αγγλου κοινωνιολόγου Taylor, αλλά τα αποτελέσματα δεν ήταν τα αναμενόμενα (van der Brug, 1994).

2)Τα ΜΜΕ θα πρέπει να αντιμετωπίζουν τα απομονωμένα περιστατικά βίας με τη βαρύτητα που τους αξίζει αντί να προσπαθούν να εντυπωσιάσουν (Tenenbaum  et al, 1997). Να ελεγχθεί η έκδοση σωματειακών απαράδεκτων εντύπων που προκαλούν με τα γραφόμενά τους. Το πρόσφατο μέτρο της ποινής φυλάκισης για ανακοινώσεις και καταχωρήσεις που υποκινούν σε πράξεις βίας κατά των δικαστικών, διοικητικών και δικαιοδοτικών οργάνων των διαιτητών κ.α. είναι ένα μέτρο που θα μπορούσε να έχει εφαρμοσθεί εδώ και χρόνια.

 3) Να απαγορευτεί η πώληση οινοπνεύματος, όχι μόνο μέσα στα γήπεδα αλλά και έξω  από τα γήπεδα στις μπυραρίες και τα καταστήματα οινοπνευματωδών ποτών στην περιοχή γύρω από το γήπεδο την ημέρα πριν από τον αγώνα (Greenfield & Osborn 1995, Tenenbaum et al, 1997).

4) Να δημιουργηθούν ή να επεκταθούν τα κέντρα παρακολούθησης των χούλιγκανς από την αστυνομία τα Σαββατοκύριακα και την ίδια ώρα που διεξάγεται ο αγώνας (Taylor, 1982). Τα κέντρα αυτά θα μπορούσαν να μετασχηματιστούν σε κέντρα δημιουργικής απασχόλησης.

5) Με την επιχορήγηση των τοπικών αρχών και των ποδοσφαιρικών ομάδων κοινωνικοί εργάτες θα μπορούσαν να διεισδύσουν στον χώρο των χούλιγκανς ακολουθώντας τους στο γήπεδο και εκτός έδρας, να έρθουν σε επαφή με τα πιό βίαια τμήματα των οπαδών με στόχο να ενθαρρύνουν συζητήσεις γύρω από τη βία, να δημιουργήσουν ευκαιρίες για την κοινωνική εργασία και να αναλάβουν πρωτοβουλίες για την μείωση του χουλιγκανισμού (Podaliri & Balesti, 1998).

6) Ο Gardiner (1998, σ.249) επισημαίνει «την ανάγκη να δοθεί επαρκής προστασία των αθλητών από τους οπαδούς οι οποίοι επιδεικνύουν την λατρεία τους ή το μίσος τους με καταπιεστικούς και βίαιους τρόπους και να ελεγχθεί αποτελεσματικά η προκλητική συμπεριφορά των θεατών». Ασφαλώς η νομική επέμβαση θα οριοθετήσει την ρατσιστική και χυδαία εξύβριση εναντίον αθλητών από οπαδούς αλλά η θετική αλλαγή των κοινωνικών αντιλήψεων είναι περισσότερο προβληματική και δεν μπορεί να επιβληθεί με νόμους.

7) Μιά θετική πολιτική απέναντι στους υποστηρικτές-φιλάθλους μέσω κοινωνικών προγραμμάτων και κοινωνικής πρόνοιας θα μπορούσε να αποτελέσει το κυριότερο εργαλείο για την μείωση του χουλιγκανισμού. Το γεγονός ότι η αποτελεσματικότητα αυτών των κοινωνικών προγραμμάτων σε σχέση με το πρόβλημα του χουλιγκανισμού μπορεί να αξιολογηθεί αποτελεί ενθαρρυντική ένδειξη για την καταλληλότητα αυτής της μεθόδου (Van der Brug, 1994).

8) Μέσα στις επίσημες προτάσεις (της ISSP) για τον περιορισμό της βίας όπως διατυπώθηκε από τους  Tennebaum, Stewart, Singer and Duda (1997) οι αθλητές παροτρύνονται να πάρουν μέρος σε προγράμματα με στόχο να μειωθούν αυτές οι τάσεις για την βία. Αντίθετα, ο Kerr (1999) επισημαίνει ότι αυτή η πρόταση είναι εντελώς ανεδαφική διότι χωρίς την νόμιμη επιθετικότητα οι αθλητές δεν αντλούν ευχαρίστηση και ικανοποίηση από την επιτυχία τους σ’ αυτά τα αθλήματα. Στόχος της σκλήρυνσης των τιμωριών που επιβάλλονται από τους διαιτητές και τους διοικούντες για τους παρεκτραπέντες αθλητές δεν μπορεί να είναι η επιθετικότητα γενικά αλλά η ανεπικύρωτη και παράνομη βία των ποδοσφαιριστών αθλητών κλπ.

9) Οι διαιτητές, όπως και οι αθλητές – παίκτες βρίσκονται κάτω από μεγάλο stress κατά την διάρκεια των αγώνων αφού πρέπει να πάρουν σημαντικές αποφάσεις μέσα σε κλάσματα δευτερολέπτου.  Αρκετά συχνά «ανάβουν το φυτίλι» κατά το κοινώς λεγόμενο για την πρόκληση επεισοδίων βίας στα γήπεδα.  Οι Mark, Bryant και Lehman (1983) παροτρύνουν  τούς διαιτητές να βελτιώσουν την ικανότητα αυτοσυγκέντρωσης, να ελέγχουν την υπερδιέγερση τους και να αντιμετωπίζουν καλύτερα το stress.  Με την ανάπτυξη ανάλογων διανοητικών ικανοτήτων, οι διαιτητές θα εφαρμόζουν πιο αποτελεσματικά τους κανονισμούς αποτρέποντας φαινόμενα βίας.

10) Σύμφωνα με την παράδοση του φανξιοναλιστή Durkheim (1961) αντί το σχολείο και ιδιαίτερα η δευτεροβάθμια εκπαίδευση να αναπτύξει την αξιοπρέπεια και το ήθος, αναπτύσσει τον ατομικισμό, τον εγωισμό και την ανομία. Η απουσία αλληλεγγύης και ενότητας στη σύγχρονη κοινωνία οφείλονται στον υπερβολικό εγωισμό που ξεπερνά τους μηχανισμούς ρύθμισης της κοινωνίας και τους μηχανισμούς ελέγχου των ομάδων. Οι Blackledge και Hunt (1994) ασκούν κριτική στους Durkheim και στον Hargreaves επειδή πιστεύουν ότι ο καταναγκασμός, η καταστολή και οι εξωτερικές πιέσεις είναι απαραίτητα χάριν της κοινωνικής ευημερίας, δεδομένου ότι το άτομο είναι ένα συνοθύλευμα επιθυμιών. Βέβαια από την άλλη μεριά, κάθε προσπάθεια «πάταξης» της βίας με μέτρα που συχνά προτείνονται από την αστυνομία και  τους δικαστές δεν βοηθάνε διότι εάν η επιθετικότητα καταπιεστεί αντί να κοινωνικοποιηθεί απλά θα μεταφερθεί σε άλλους στόχους και θα συνοδεύεται από την καταστροφή των ομάδων και των μικροκοινωνιών στις οποίες λαμβάνει χώρα η ιεροτελεστία της βίας. Αυτές οι ομάδες και οι μικροκοινότητες αποτελούν φυσικές λύσεις στο ζήτημα των συγκρούσεων μεταξύ των ανθρώπων για υλικά αγαθά και ανθρώπινη ταυτότητα» (Taylor 1982, σ. 67) Σύμφωνα λοιπόν με τους υποστηρικτές της ανθρωπολογικής θεωρίας για την ιεροτελεστία της βίας, αντί για «πάταξη» της βίας θα έπρεπε η πολιτεία να επεμβαίνει καθόλου ή ελάχιστα (Πανούσης, 1987). Αλλά αυτή η  ακραία προσέγγιση της κοινωνικής ανθρωπολογικής θεωρίας αποτελεί εγκληματικό λάθος σύμφωνα με τον Taylor (1982) αφού την ίδια στιγμή οι νέοι της εργατικής τάξης έλκονται από νεοφασιστικά και ακροδεξιά κινήματα. Ο Taylor (1982) μιλάει για κοινωνικοποίηση και όχι καταπίεση της επιθετικότητας. Όπως συμπεραίνει ο Taylor (1982) το πρόβλημα του χουλιγκανισμού δεν μπορεί να λυθεί εάν πρώτα από όλα δεν οικοδομηθεί πρώτα μία κοινωνία η οποία δεν θα βασίζεται στις διαιρέσεις μεταξύ των ανθρώπων δηλαδή στην ταξική κοινωνία, στην παθητική στάση του κόσμου μπροστά στα θεαματικά αθλήματα και την κακή χρησιμοποίηση του αθλητισμού από τα ΜΜΕ στις καπιταλιστικές κοινωνίες.

Στρατηγικές εφαρμογής του νόμου

1) Η διοίκηση θα πρέπει να κάνει ουσιαστικές αλλαγές στο σύστημα τιμωρίας έτσι ώστε η συμπεριφορά η οποία σπάζει τους κανόνες να τιμωρείται αυστηρά και να μην υπάρχει πιθανότητα κέρδους από την πράξη βίας (Tenenbaum et al 1997). Οι αποφάσεις οι οποίες παίρνονται για τα φαινόμενα βίας είναι υπερβολικά επιεικείς και θίγεται το δημόσιο συμφέρον. Η Πολιτεία θα πρέπει να ασκεί τα κατάλληλα μέτρα για τα κραγαυλέα μη τιμωρητέα φαινόμενα (Γιακουμέλος 2001). Πρόσφατα η αστυνομία σάρωσε τους συνδέσμους οργανωμένων οπαδών που αποτελούν θύλακες των παραβατικών οπαδών.

2) Καλύτερη πληροφόρηση προς την αστυνομία για την σχέση μεταξύ των αγώνων και  του βαθμό αναμενόμενης βίας (Social Science Research Council 1978).

3) Να δημιουργηθεί Εθνικό Συμβούλιο για τον χουλιγκανισμό στο ποδόσφαιρο το οποίο θα αποτελείται από όλα τα ενδιαφερόμενα μέλη, Υπουργεία, Τοπικές Αρχές, Ποδοσφαιρικές Ενώσεις, Αστυνομία, κλπ. Η δημιουργία ενός τέτοιου Συμβουλίου θα έχει σαν αποτέλεσμα μεταξύ άλλων την βελτίωση της συνεργασίας μεταξύ Αστυνομίας και τοπικών αρχών (Van der Brug 1994). Πρόσφατα η κυβέρνηση αποφάσισε την Εθνική Επιτροπή συντονισμού σε εφαρμογή της σύμβασης Σεντ Ντενι του Συμβουλίου της Ευρώπης όπου θα συμμετέχουν όλοι οι αρμόδιοι φορείς.

4) Οι McPherson, Curtis and Loy (1989) και Κουράκης (1988) προτείνουν την ύπαρξη αστυνομικών χωρίς στολή μέσα στο γήπεδο, αυξημένη αστυνόμευση (διαχωρισμό οπαδών, έρευνα υπόπτων) κέντρα απομόνωσης παρεκτραπέντων χούλιγκαν και δικαστήρια μέσα στα γήπεδα, εγκληματολογικές έρευνες αστυνομικών χωρίς στολή, κλειστά κυκλώματα τηλεοράσεων για τον εντοπισμό των χούλιγκαν, αυξημένο προσωπικό ασφάλειας κ.α. Στη Βρετανία, ελικόπτερα περιφέρονται γύρω από τα στάδια κατά την άφιξη και αναχώρηση των οπαδών. Γίνεται σωματικός έλεγχος σε όλους τους οπαδούς κατά την άφιξή τους στις περιστροφικές εισόδους. Μέσα στο γήπεδο υπάρχουν κλειστά κυκλώματα τηλεόρασης απ’ όπου οι αστυνομικοί κλεισμένοι σε δωμάτια χωρίς παράθυρα παρακολουθούν το πλήθος[3]. Για όποιον χούλιγκαν διαπιστωθεί ότι προκαλεί ή συμμετέχει συστηματικά σε επεισόδια μετά από δύο-τρεις προειδοποιήσεις, του απαγορεύεται δια παντός η είσοδος στο γήπεδο. Μερικές φορές αστυνομικοί με πολιτικά ανακατεύονται με τους οπαδούς και κάνουν νοήματα στους ενδεδυμένους συναδέλφους τους όταν απειληθούν επεισόδια. Πρόσφατα η κυβέρνηση αποφάσισε τον έλεγχο του φυσικού προσώπου μέσω εφαρμογής στο κινητό τηλέφωνο του κατόχου εισιτηρίου.

5) Πολλές από τις προσπάθειες για τον έλεγχο του πλήθους δεν αποτελούν πραγματικές λύσεις του προβλήματος γιατί δεν προσφέρουν μακροπρόθεσμα αποτρεπτικά μέτρα. Όπως επισημαίνουν οι McPherson, Curtis and Loy (1989: 302) «όσο οι υποβόσκουσες εντάσεις η προδιαθέσεις επιμένουν, κάποια στοιχεία της κοινωνίας θα βρίσκουν το κατάλληλο περιβάλλον για να εκφράσουν την δυσαρέσκεια  τους Οι επίσημοι του αθλητισμού και οι πολιτικοί ίσως χρειάζεται να δουλέψουν περισσότερο από κοντά για να εξαλείψουν τις βαθύτερες κοινωνικές εντάσεις που συχνά εμφανίζονται στο αθλητικό περιβάλλον»

6) Αλλά για τον Donnelly (1997)  λύσεις δεν πρόκειται να προέλθουν από μέσα αλλά από έξω από τον αθλητικό χώρο.

7) Η διοίκηση θα πρέπει να επιβάλλει στους προπονητές την κατάλληλη καθοδήγηση των αθλητών σύμφωνα με τους κανόνες του fair play  (Tenenbaum  et al, 1997).

8) Προπονητές, διοικούντες, αθλητές, διαιτητές, αστυνομία και ΜΜΕ θα πρέπει να συμμετάσχουν σε σεμινάρια για την επιθετικότητα και την βία προκειμένου να κατανοήσουν το ζήτημα της επιθετικότητας τις αιτίες και το κόστος του.  (Tenenbaum  et al, 1997).

9) Οι αθλητές θα πρέπει να πάρουν μέρος σε προγράμματα με στόχο να βοηθηθούν για να μειώσουν την τάση τους για επιθετικότητα.  Η συμπλήρωση των κανονισμών και η επιβολή αυστηρότερων τιμωριών αποτελούν ένα μέρος μόνο για την επίλυση του προβλήματος.  Σε τελική ανάλυση ο αθλητής θα πρέπει να αναλάβει την ευθύνη για τις πράξεις του.  (Tenenbaum  et al, 1997).

10) Είναι αξιοσημείωτο ότι ο Κουράκης και οι συνεργάτες του (1988) επιθυμούν να γυρίσουν τον τροχό προς τα πίσω ενάντια στην εμπορευματοποίηση των ποδοσφαιρικών σωματείων σε μία εποχή που τα επαγγελματικά ποδοσφαιρικά σωματεία εκτός από θέαμα πουλάνε και κρασιά, ρούχα, περιοδικά κ.α.  Πιο συγκεκριμένα ο Κουράκης (1988, σ.71) πιστεύει ότι «το πρόβλημα της βίας στα αθλητικά γήπεδα στη χώρα μας ίσως έχει μία καλύτερη εξέλιξη εάν οι διοικήσεις των Ποδοσφαιρικών Εταιρειών (ΠΑΕ) αποσυνδέονταν από οποιεσδήποτε επιχειρηματικές δραστηριότητες ή από την πολιτική και την διοίκηση τους αναλάμβαναν άτομα με μία γνήσια αγάπη και εκτίμηση για τον αθλητισμό». Το ποδόσφαιρο θα πρέπει να ξαναγίνει ερασιτεχνικό ή τουλάχιστον ελεγχόμενο επαγγελματικό όπως στην Σουηδία πιστεύει ο Κουράκης (1988).

11) Ο Κουράκης και οι συνεργάτες του (1988) προτείνουν στην ΟΥΕΦΑ την καθιέρωση ενός Πανευρωπαϊκού κυπέλλου όπου θα συμμετάσχουν οι ομάδες που πήραν το βραβείο Fair play της χώρας τους.

12) Η πρόταση του Κουράκη, (1988), για το μάθημα της Αθλητικής Παιδείας εφαρμόσθηκε με την έναρξη του μαθήματος της Ολυμπιακής Παιδείας. Η αρνητική ενέργεια των οπαδών μπορεί να εκτονωθεί στα προγράμματα μαζικής άθλησης και να διοχετευθεί σε δημιουργικές και ωφέλιμες δραστηριότητες (Πιπερόπουλος, 1988). Αλλά από την έρευνα του Roversi (1981) φάνηκε ότι οι χούλιγκανς συμμετέχουν και οι ίδιοι σε τοπικά πρωταθλήματα ποδοσφαίρου.

13) Εξαπόλυση εκστρατείας ώστε να πεισθούν τα ΜΜΕ να καταδικάσουν την αθλητική βία και τους παραβάτες. Αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας Οργανισμών και Επιτροπών που έχουν σαν έργο τους τον έλεγχο της ανεύθυνης δημοσιογραφίας, η οποία εξυμνεί την αθλητική βία (Young και Smith 1988, σ. 309). 

14) Εφαρμογή πίεσης πάνω σε αθλητικές Ομοσπονδίες π.χ. καλαθοσφαίρισης, ποδοσφαίρου κλπ. να χαλιναγωγήσουν την βία. Οι Ομοσπονδίες πρέπει να φθάσουν μέχρι του σημείου να απαγορεύσουν τις τηλεοπτικές εκπομπές (Young και Smith, 1988, σ.309).

15) Ενθάρρυνση των ερασιτεχνικών σωματείων και Ενώσεων να αποσυνδεθούν από τις Ενώσεις επαγγελματικών σωματείων και να απορρίψουν τήν βία (Young και Smith, 1988, σ.309).         

16) Εξαπόλυση εκστρατείας πληροφόρησης ενάντια στην αθλητική βία η οποία θα απευθύνεται πρωταρχικά στους γονείς, προπονητές και άλλους ενήλικες οι οποίοι ελέγχουν τον παιδικό αθλητισμό. Μπορεί να διανεμηθεί σχετικό φυλλάδιο σε στάδια και γυμναστήρια. Πρέπει να δημιουργηθεί μία κοινωνική ατμόσφαιρα αποδοκιμασίας της βίας (Young και Smith 1988, σ. 309). Οι νεαροί παίκτες δεν θα κατανοήσουν για ποιο λόγο γίνεται τόση φασαρία γύρω από τα βρώμικα αστεία και την εξύβριση στον αθλητισμό αν αυτοί οι οποίοι έχουν θέσεις εξουσίας, οι επαγγελματίες παίκτες και οι προπονητές να σταματήσουν να εξυβρίζουν ο ένας τον άλλο με αρρωστημένο τρόπο και επιδείξουν πιο υγιείς μορφές επικοινωνίας (Eveslage and Delaney, 1998).

Αντί επιλόγου.

Όπως ο αθλητισμός απολαμβάνει ορισμένα προνόμια στις εργασιακές σχέσεις και στον περιορισμό του οικονομικού ανταγωνισμού κατά τον ίδιο τρόπο και η βία στον αθλητισμό θεωρείται από τον κόσμο σαν κάτι διαφορετικό από την κοινή βία και απολαμβάνει κάποια μορφή ασυλίας από τα δικαστήρια. Όπως τονίζει ο Smith (1986, σ.221): «εκτός από απομονωμένες περιπτώσεις, μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 70, τα δικαστήρια έδειχναν αξιοσημείωτη απροθυμία να αγγίξουν ακόμη και τα πιο σκανδαλώδη περιστατικά αθλητικής αιματοχυσίας, οι ειδήμονες της νομοθεσίας ακόμη παραπατούν στις προσπάθειες τους να καθορίσουν τι θα πρέπει να αποτελεί την βία στον αθλητισμό». O Smith (1986) παραθέτει τους εξής λόγους για την ύπαρξη αυτού του αξιοπερίεργου φαινομένου: 1) Οι περισσότεροι παίκτες είναι απρόθυμοι να καταφύγουν στα δικαστήρια εναντίον άλλων παικτών. 2) Πολλοί δικαστές είναι απρόθυμοι να υποβάλλουν μηνύσεις εναντίον παικτών. 3) Η αστυνομία και οι δικαστικές αρχές ανέχονται κάποιες παράνομες δραστηριότητες μεταξύ των μελών της αθλητικής οικογένειας διότι θεωρούν ότι τέτοιες παράνομες δραστηριότητες είναι πολύ συνηθισμένες (η λογική της υποομάδας στην κοινωνία). 4) Η κοινωνία έχει συμφέρον να διατηρηθούν οι κοινωνικές σχέσεις μεταξύ θυτών και θυμάτων αφού οι αντίπαλοι παίκτες συναντιούνται σε τακτά χρονικά διαστήματα στα πλαίσια των πρωταθλημάτων. (Λογική της συνεχιζόμενης σχέσης). 5) Τέλος, τέτοιες επιθετικές συμπεριφορές θεωρούνται μέρος του παιχνιδιού. Τόσο οι αθλητικές αρχές όσο και οι δικαστικές αρχές έχουν σκληραίνει τη στάση τους απέναντι στους παίκτες που χρησιμοποιούν βία. Παρόλο που οι δικαστικές αρχές κατηγορούν τους παίκτες που χρησιμοποιούν βία εντούτοις σπάνια αυτοί καταδικάζονται.

Τα όρια της βίας, δηλαδή του τι ακριβώς αποτελεί βία στον αθλητισμό δεν έχουν καθορισθεί με ακρίβεια από τις αθλητικές Ενώσεις και αρχές. Όπως επισημαίνει ο Young (1999 σ.8) «δεν υπάρχει καμία απολύτως απόδειξη ότι η τιμωρία της αθλητικής βίας έχει αποτελέσματα στην πραγματικότητα». Υπάρχει ανοιχτή δημόσια και νομική ανοχή απέναντι σε περιστατικά βίας στον αθλητισμό επειδή υποτίθεται ότι η απλή και μόνο συμμετοχή σε κάποια αθλήματα  προϋποθέτει την σιωπηρή αποδοχή της βίας και της πιθανότητας να υπάρξουν σοβαροί τραυματισμοί μέσα στο παιχνίδι. Η ωμή πραγματικότητα του κέρδους για τον επαγγελματικό αθλητισμό παρεμποδίζει την αναγνώριση της αθλητικής βίας σαν έγκλημα (Young 1999). Ο χώρος του αθλητισμού και ο χώρος του εγκλήματος θεωρούνταν ότι αποτελούν δύο εντελώς ξεχωριστούς κόσμους. Όλα τα ανωτέρω μπορούν να συνοψισθούν σε έναν πίνακα (βλέπε παρακάτω).

Σε τελική μεταφυσική ανάλυση η βία στον αθλητισμό (όπως και στην κοινωνία) δεν πρόκειται ποτέ να εξαλειφθεί όσα μέτρα κι αν παρθούν επειδή όλος ο κόσμος -όπως αναφέρεται στις Γραφές- βρίσκεται υπό την εξουσία του πονηρού (βλέπε Α επιστολή Ιωάννη κεφ. 18 παρ.19). Ουδέποτε πρόκειται να εξαλειφθεί η βία σ’αυτό το σύστημα πραγμάτων. Αλλά σε ένα άλλο σύστημα πραγμάτων σύμφωνα με τον προφήτη Ησαϊα  (κ. 60, παρ. 18) «δεν θα ακουστεί πια βία στη γή σου, λεηλασία η συντριβή μέσα στα όρια σου».

Με τιμή,

Κωνσταντίνος Κουκουρής

Βιβλιογραφία

Blackledge and Hunt (1994). Sociological interpretations of education. Routlege, London, UK.

Brug H.H. van der (1994) Football hooliganism in the Netherlands. In Giulianotti R., Bonney, N. & Hepworth M. (ed) Football, violence and social identity. Routledge, London and New York.

Donnelly, P. (1997). Child Labour, Sport Labour: Applying Child Labour Laws to sport. International Review for the Sociology of Sport, 32, 4, 389-406.

Durkheim (1964). The division of labour in society. Free Press, New York.

Eveslage, S. and Delaney, K. (1998). Talkin’ Trash at Hardwick High: A case study of insult talk on a boys’ basketball team. International Review for the Sociology of Sport, 33, 3, 239-254.

Gardiner, S (1998). The law and hate speech “Ooh Aah Cantona” and the demonisation of the other In Brown (ed) Fanatics Power Indentity and fandom in Football Routledge London UK.

Greenfield S & Osborn G. (1998). When the writ hits the fan. Panic law and football fandom. In Brown A (ed) Fanatics! Power, identity and fandom in football Routledge London.

Kerr J. (1999). The role of aggression and violence in sport: A rejoinder to the ISSP Position stand. The sport Psychologist 13-1, 84-89

Kourakis N. (1988).  Report on the incidence of violence at Greek Sports Stadiums.  Results of seven more specific research studies and general conclusions.  Informal meeting of the European Ministers of Sport.  Athens, Greece.  Scientific Group for the research of violence in the sports stadiums in Greece.  Presented to the Standing Committee of the European Convention on Spectator Violence and Misbehaviour at Sports Events.

Mark, M.M., Bryant, F.B. and Lehman, D.R. (1983).  Perceived injustice and sports violence.  In J. Goldstein (Ed.) Sport violence. Springer – Verlag New York, USA.

McPherson, B; Curtis, J. and Loy, J. (1989). The social significance of sport. An introduction to the Sociology of Sport. Champaign, Illinois, Human Kinetics Books.

McPherson, B; Curtis, J. and Loy, J. (1989). The social significance of sport. An introduction to the Sociology of Sport. Champaign, Illinois, Human Kinetics Books.

Podaliri C., & Balesti C. (1998). The ultras, racism and football culture in Italy. In Brown, A. (ed.) Fanatics! Power, Identity and Fandom in Football. Routledge, London UK.

Roversi, A. (1991). Football Violence in Italy. International Review for the Sociology of Sport, 26, 4.

Smith, M. (1986). Sports violence: A definition. In Lapchick R. (ed) Fractured Focus. Sport as a reflection of society. Lexington books, USA and Canada.

Social Science Research Council (1978) Public Disorder and Sporting Events: A report by a joint Council of the Sports Council and the Social Science Research Council. London: Sports Council/ SSRC.

Taylor I. (1982) Class, violence and sport: The case of Soccer Hooliganism in Britain, 39-98. in Cantelon H. & Gruneau R. (eds) Sport culture and the modern state. University of Toronto Press. Canada.

Tenenbaum G., Stewart E., Singer, R. and Duda, J. (1997) Aggression and violence in sport:  An ISSP position stand.  The Sport Psychologist , 11, 1-7

Young, K. (1999). Crime scenes: Sports violence and the criminal law. (Σκηνή κακουργίας: Βία στον αθλητισμό και ο εγκληματικός νόμος). Invited paper presented at the 7th Intenational Congress on Physical education and Sport, Democritus Universtiy of Thrace, Komotini, Greece.

Young, K. και Smith, M. (1988). Mass Media Treatment of Violence in Sports and its Effects. Current Psychology: Research and Reviews, Winter 1988-89, 7 4, 298-311.

Γιακουμέλος, Σ. (2001). Κρίσιμες προϋπόθεσης για την τήρηση των νομών και των κανονισμών στα αρνητικά φαινόμενα της αθλητικής δράσης. Ομιλία κατά την διάρκεια του 2ου Πανελλήνιου Συνεδρίου Αθλητικού Δικαίου, Οκτώβριος 2001, Αθήνα.

Πιπερόπουλος, Γ. (1988). Η ανατομία τη βίας. Φυσική Αγωγή και Αθλητισμός.

 

[1] Βοϊτσίδης Μ. (2004). Με τα κέφια τους. Αγγελιοφόρος, 15-1-2004.

[2] Μπλούνας Θάνος, Μετακινήσεις οπαδών, μια καυτή πατάτα, Καθημερινή, 22.12.2017

[3]The Economist, 22 Απριλίου, 1989, σ. 37.

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.